Έλλειμμα και διαμόρφωση χρέους:
Μια χώρα, όπως και ένα νοικοκυριό, έχει έσοδα και έξοδα. Όταν τα έσοδα μιας χώρας είναι λιγότερα από τα έξοδα τότε υπάρχει έλλειμμα. Το έλλειμμα επομένως είναι διαφορετικό από το χρέος. Το έλλειμμα δείχνει το ποσό που υστερούν τα έσοδα από τα έξοδα σε ένα χρόνο και όχι το συνολικό ποσό που χρωστάει η χώρα.
Το πρωτογενές έλλειμμα:
Μια χώρα, όπως και ένα νοικοκυριό, έχει έσοδα και έξοδα. Όταν τα έσοδα μιας χώρας είναι λιγότερα από τα έξοδα τότε υπάρχει έλλειμμα. Το έλλειμμα επομένως είναι διαφορετικό από το χρέος. Το έλλειμμα δείχνει το ποσό που υστερούν τα έσοδα από τα έξοδα σε ένα χρόνο και όχι το συνολικό ποσό που χρωστάει η χώρα.
Το πρωτογενές έλλειμμα:
Τα έξοδα μιας χώρας χωρίζονται γενικά σε κρατικές δαπάνες (μισθοί, συντάξεις, επιχορηγήσεις, δαπάνες για παιδεία, υγεία κτλ.) και σε δαπάνες εξυπηρέτησης.....>>
χρέους. Σαν εξυπηρέτηση του χρέους ορίζουμε τα χρήματα που πρέπει να δώσει ένα κράτος, για να πληρώσει προηγούμενα δάνεια. Η εξυπηρέτηση του χρέους μοιάζει κάπως με τις μηνιαίες δόσεις που καλείται να πληρώσει ένα νοικοκυριό. Πρωτογενές έλλειμμα είναι το έλλειμμα που προκύπτει αν εξαιρέσουμε από τα έξοδα του κράτους την εξυπηρέτηση του χρέους. Πρωτογενές πλεόνασμα προκύπτει όταν τα έσοδα είναι παραπάνω από τα έξοδα χωρίς φυσικά να υπολογίσουμε πάλι την εξυπηρέτηση του χρέους.
Ας φανταστούμε ένα νοικοκυριό που σε μηνιαία βάση: έχει έσοδα 1500 ευρώ,
έξοδα σπιτιού - οικογενείας 1000 ευρώ,
και δόση δανείου 300 ευρώ.
Η οικογένεια αυτή θα λέγαμε πως έχει πρωτογενή πλεόνασμα 500 ευρώ μια που δεν υπολογίζουμε τη δόση του δανείου (την εξυπηρέτηση δηλαδή του χρέους). Ακόμα και αν η οικογένεια είχε 1200 ευρώ έσοδα, παρόλο που δε θα μπορούσε να ανταποκριθεί συνολικά, θα είχε πρωτογενές πλεόνασμα 200 ευρώ. Με έξοδα δηλαδή 1300 και έσοδα 1200 το νοικοκυριό θα λέγαμε πως έχει πρωτογενές πλεόνασμα. Παρόλα αυτά θα υπήρχε έλλειμμα.
Έτσι και μια χώρα. Ακόμα και αν τα έσοδα της υπερκαλύπτουν τα έξοδα μπορεί να υπάρχει έλλειμμα. Στην πραγματικότητα το έλλειμμα των χωρών είναι μάλλον ο κανόνας, ενώ και τα πρωτογενή ακόμα πλεονάσματα σπανίζουν. Τι σημαίνει αυτό; Πως στην πράξη οι περισσότερες χώρες ακόμα και αν έχουν αρκετά έσοδα να καλύψουν τα έξοδα τους, το πιο πιθανό είναι πως δε θα έχουν αρκετά έσοδα να καλύψουν και την εξυπηρέτηση του χρέους.
Όπως μπορεί να προσέξαμε υπάρχει μια διαφορά μεταξύ ενός οικογενειακού προϋπολογισμού και του προϋπολογισμού μιας χώρας. Πρώτον ένας οικογενειακός προϋπολογισμός φροντίζει κατά κανόνα να μην είναι ελλειμματικός. Δηλαδή από τα έσοδά του να καλύπτει και τα έξοδα αλλά και τις δανειακές υποχρεώσεις του. Αντίθετα μια χώρα κατά κανόνα δε μπορεί από τα έσοδα τις να καλύψει και τις ανάγκες της και να εξυπηρετήσει το χρέος της. Τι κάνει επομένως μια χώρα; Απλά δανείζεται. Διευρύνει τα έσοδα της δηλαδή μέσω του δανεισμού προκειμένου να μπορεί να καλύψει και τα κρατικά έξοδα αλλά και τα έξοδα της εξυπηρέτησης των προηγούμενων δανείων. Τι κάνουν επομένως κατά κανόνα όλες οι χώρες, και όχι μόνο η Ελλάδα, για να καλύψουν τις ανάγκες τους; Δανείζονται για να μπορούν να πληρώσουν προηγούμενα δάνεια.
Ομόλογα και τοκοχρεολύσια:
Σε αντίθεση με μια οικογένεια, ή με μια επιχείρηση, που πληρώνει μηνιαίες δόσεις για τα δάνεια που πήρε, ο τρόπος που δανείζεται μια χώρα είναι λίγο διαφορετικός. Η επιχείρηση ή η οικογένεια δανείζεται από μια τράπεζα ένα ποσό το οποίο θα πρέπει να το ξεπληρώσει σταδιακά συνήθως με μηνιαίες ισόποσες δόσεις που συμπεριλαμβάνουν και τον τόκο του δανείου. Μια χώρα όμως δεν πληρώνει τα δάνεια της μ' αυτόν τον τρόπο. Συνήθως μια χώρα δανείζεται με τη μορφή ομολογιών. Παίρνει δηλαδή ένα ποσό από κάποιον δανειστή και σε αντάλλαγμα παραδίδει ένα ομόλογο (χρεόγραφο). Το ομόλογο αυτό θα πρέπει να πληρωθεί μετά από ένα καθορισμένο διάστημα. Συνήθως οι χώρες παίρνουν ομόλογα που λήγουν μετά από μερικά χρόνια. Τυπική περίπτωση είναι το 5ετές και το 10ετές ομόλογο αλλά υπάρχουν φυσικά και ομόλογα μεγαλύτερης διάρκειας.
Τα ομόλογα εκτός από την υποχρέωση να εξοφληθούν μετά από συγκεκριμένο χρονικό διάστημα έχουν επιπλέον και τον ετήσιο τόκο που πρέπει να πληρωθεί στον ομολογιούχο με τη μορφή κουπονιού. Ο ομολογιούχος δηλαδή κάθε χρόνο παραδίδει το κουπόνι και εισπράττει τον αντίστοιχο τόκο. Το αποτέλεσμα αυτού του κατά τα άλλα ευέλικτου τρόπου δανεισμού μιας χώρας έχει σαν συνέπεια οι δανειακές υποχρεώσεις της να μην είναι σταθερές. Σε άτακτα διαστήματα μια χώρα θα πρέπει ξεχωριστά να εξοφλεί κουπόνια (τόκους) και ομόλογα (χρεολύσια). Π.χ. μια χώρα που πήρε δεκαετές ομόλογο 50 δις το 2002, μέχρι το 2012 θα πρέπει να πληρώνει μόνο τον τόκο. Αν ο τόκος ήταν 3% θα πρέπει να πληρώνει 1,5 δις ετησίως. Το 2012 όμως εκτός από τον τόκο θα πρέπει να επιστρέψει και τα 50 δις που πήρε. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα άλλες χρονιές τα χρεολύσια, δηλαδή τα ομόλογα που έληξαν, να είναι σχετικά μικρά και άλλες χρονιές σχετικά μεγάλα.
Πίνακας με τον χρόνο λήξης των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου τα επόμενα χρόνια:
Τόκοι και διόγκωση Χρέους:
Όπως προείπαμε γενικός κανόνας είναι πως επειδή μια χώρα δεν έχει αρκετά έσοδα για να καλύψει ταυτόχρονα τα έξοδα της και να πληρώσει προηγούμενα δάνεια, καταφεύγει στον δανεισμό. Πιθανό πολλοί πιστεύουν πως το κυριότερο μέρος ενός χρέους προκύπτει από συσσωρευμένα πρωτογενή ελλείμματα. Στην πραγματικότητα οι τόκοι παίζουν σημαντικό ρόλο στη διόγκωση του χρέους.
Η Ελλάδα από το 2000 μέχρι σήμερα δίνει κατά μέσο όρο σε τόκους 10 δις ετησίως. Σε 10 χρόνια οι τόκοι που πλήρωσε η Ελλάδα ήταν περίπου 100 δις ευρώ. Ένα μη ευκαταφρόνητο ποσό. Για να το πούμε και διαφορετικά φανταστείτε μια οικονομία που καταφέρνει να καλύπτει πλήρως τα έξοδα της από τα έσοδα. Να έχει δηλαδή μηδενικό πρωτογενές έλλειμμα. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση το χρέος μπορεί να διογκωθεί. Ο λόγος είναι οτι μπορεί μεν η χώρα να έχει αρκετά χρήματα για να καλύψει τις ανάγκες της, χρειάζεται όμως και παραπάνω χρήματα για να πληρώσει τους τόκους του χρέους. Μάλιστα συνεχίζοντας με αυτό το ρυθμό η χώρα αυτό που κάνει είναι να κεφαλαιοποιεί τους τόκους που δεν μπορεί να τους πληρώσει και να τους συσσωρεύει σε καινούργιο μεγαλύτερο χρέος και τόκο.
Για να δώσουμε ένα παράδειγμα της αρνητικής επίδρασης που έχουν οι τόκοι στο χρέος, φανταστείτε μια οικονομία που ξεκινάει με 100 δις χρέος και επί 20 χρόνια καταφέρνει να καλύπτει τις ανάγκες από τα έσοδα της αλλά πληρώνει για το υπάρχον χρέος 5% επιτόκιο. Το χρέος αυτής της χώρας μετά από 20 χρόνια θα εκτοξευτεί στα 265 δις παρά το γεγονός οτι η χώρα όλα αυτά τα χρόνια δε δανείστηκε ούτε ένα ευρώ για δικές της ανάγκες.
Ανακεφαλαίωση:
Ανακεφαλαιώνοντας, είδαμε πως το ύψος τους χρέους δεν πρέπει να κρίνεται απόλυτα αλλά σε σχέση με το ΑΕΠ. Είδαμε επίσης πως η Ελλάδα δεν έχει την πρωτοτυπία να έχει μεγάλο χρέος. Οι περισσότερες χώρες στον κόσμο έχουν μεγάλο εξωτερικό χρέος σε σχέση πάντα με το ΑΕΠ. Μάλιστα αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι πως σε παγκόσμια κλίμακα ισχυρές οικονομικά χώρες όπως ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία αλλά και Γερμανία έχουν τεράστιο χρέος ενώ αδύναμες οικονομίες εμφανίζουν μικρό χρέος.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι πως η Ελλάδα παρουσιάζει μικρότερο εξωτερικό χρέος σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρώπης και του κόσμου έχει όμως ιδιαίτερα μεγάλο δημόσιο χρέος. Ωστόσο το ιδιαίτερα υψηλό δημόσιο χρέος το είχε σαν ποσοστό και την εποχή που μπήκαμε στο ευρώ. Τέλος αναφερθήκαμε στα ελλείμματα που παρουσιάζουν οι περισσότερες χώρες στον κόσμο και στο γεγονός πως ουσιαστικά δανείζονται για να πληρώσουν προηγούμενα δάνεια. Η παγκόσμια οικονομία δηλαδή βασίζεται σε έναν ατελείωτο δανεισμό όπου χώρες και ιδιώτες δανείζονται ουσιαστικά για να πληρώσουν προηγούμενες οφειλές. Η κατάσταση αυτή της παγκόσμιας οικονομίας θα πρέπει να ληφθεί υπόψη όταν αξιολογούμε την Ελληνική περίπτωση. Επίσης πρέπει να αξιολογηθεί και ο ρόλος των τόκων που διογκώνουν το χρέος όχι μόνο της Ελληνικής αλλά και της παγκόσμιας οικονομίας.
ΠΗΓΗ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.